Τετάρτη 13 Ιανουαρίου 2016

Λουδοβίκος



Δεν έχω ιδέα σε τι συνθήκες τραβήχτηκε αυτή η φωτογραφία της Αλίκης, που ή πότε.  
Αλλά με συγκινεί με έναν τρόπο ολότελα μοναδικό, γιατί είχα κάποτε κι εγώ έναν λευκό κόκκορα κατοικίδιο, το Λουδοβίκο.  

Μεγάλη ιστορία, δεν θυμάμαι πόσων χρονών ήμουνα, αλλά υπολογίζω με βάση το θάνατο του παππού μου ότι πρέπει να ήμουν γύρω στα 7. 
Είχαμε ερωτευτεί με τον Λουδοβίκο νομίζω. Τον αγαπούσα πάντως και μ'αγαπούσε κι εκείνος τρελά. Ζούσαμε στο περιθώριο του φυσιολογικού. Θέλαμε να είμαστε μαζί διαρκώς. Κοιμόταν επάνω μου, περπατούσα και καθόταν στον ώμο μου σαν παπαγάλος, θυμάμαι. Όταν αισθανόμουνα λυπημένη με τσίμπαγε με το ράμφος του, χαϊδευόταν, έκανε γουργουρητούς ήχους.

Στο τέλος ενός καλοκαιριού μας χώρισαν, έμεινε εκείνος στο χωριό "γιατί έπρεπε να μάθει να ζει με άλλες κότες και κοκκόρια". Εγώ έπρεπε να γυρίσω στην Αθήνα να πάω σχολείο. Δεν έχω εικόνα από τη στιγμή του αποχωρισμού. Την έχω διαγράψει τελείως. 

Εκείνος δεν προσαρμόστηκε ποτέ στη ζωή του κοτετσιού, τον παρενοχλούσε άλλωστε ο ήδη υπάρχων ηγεμόνας. Είμαι σίγουρη ότι δεν καταδέχτηκε ποτέ να κάνει έρωτα με καμία κότα. Ή μπορεί να ήθελε και να φοβόταν.

Ο Λουδοβίκος ήταν ένας ευγενής. Αληθινός ευγενής. Η λευκότητά του αντικατόπτριζε ας πούμε και μια ηθική ανωτερότητα. 
Προκειμένου να ζήσει μια ζωή υποφερτή και να γλυτώνει τις παρενοχλήσεις αποτελεσματικά, όταν με έχασε, έγινε φίλος με το γάϊδαρο του παππού μου και περνούσε τη ζωή του καθισμένος στη ράχη του. Είχε γίνει ο καημένος θέαμα περίεργο στο χωριό. 
Ένας μεγάλος λευκός κόκκορας επάνω σε ένα γάϊδαρο. 

Πέθανε κάποια στιγμή στη μέση του χειμώνα μετά το καλοκαίρι που τον άφησα. Μου είπαν ότι τον έφαγε μια αλεπού ή πέθανε από το κρύο. 
Δεν είναι πιο λογικό ότι πέθανε από λύπη;